σίγησε

σίγησε
σί̱γησε , σιγάω
keep silence
aor ind act 3rd sg (attic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Maria Dimitriadi — Born 1950 Athens, Greece Died January 6, 2009(2009 01 06) Athens, Greece Occupations Singer Instruments Vocals …   Wikipedia

  • σιγώ — σιγῶ, άω, ΝΜΑ [σῑγα] 1. τηρώ σιγή, μένω σιωπηλός, σωπαίνω, σιωπώ («σίγα, μή τις τ ἄλλος Ἀχαιῶν τοῡτον ἀκούσῃ μῡθον», Ομ. Ιλ.) 2. (για πράγμ.) καταπαύω, ησυχάζω, σταματώ (α. «σίγησαν τα μίση» β. «σίγησε η θύελλα» γ. «σιγῶν δ ὄλεθρος καὶ μέγα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …   Dictionary of Greek

  • σιγώ — σίγησα 1. σιωπώ: Σίγησαν όλοι μόλις ανέβηκε στο βήμα ο πρωθυπουργός. – Σίγησαν τα κανόνια. 2. κοπάζω: Σίγησε ο πολιτικός σάλος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”